του Γιώργου Ροδάκογλου
Αρετή θεωρείται όταν εισπράττεις την ευγένεια των κατοίκων μιας περιοχής την οποία υπηρέτησες αθόρυβα ενώ το συναίσθημα είναι εξίσου όμορφο όταν διαπιστώνεις ότι η αγάπη και ο σεβασμός ως στοιχεία, παραμένουν αναλλοίωτα και εκδηλώνονται στο πρόσωπο σου τρία χρόνια αργότερα. Σ αυτή την πλευρά των επιστημόνων αδιαμφισβήτητα κατατάσσεται η επιστήμονας Λίνα Μενδώνη που βρέθηκε για λίγη ώρα στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Αμφίπολης μαζί με τη Φώφη Γεννηματά.
Άνθρωποι που συμμετείχαν στην ανασκαφή του Καστά έσπευσαν να της σφίξουν το χέρι και να συνομιλήσουν μαζί της, μα πολύ περισσότερο να της πουν «ένα ευχαριστώ» για τον τόπο τους. Και το «ευχαριστώ» αυτό δεν υπέκρυπτε καμία σκοπιμότητα αλλά ήταν «ένα ευχαριστώ καρδιάς» πέρα από κάθε συσχέτιση με θέσεις εξουσίας και πολιτικές. Ιδιαίτερα θερμή ήταν η συνάντηση της Λίνας Μενδώνη με τον αρχιφύλακα Αλέκο Κοχλιαρίδη και τον Λάκη Σαλτζίδη δυο ανθρώπους που θεωρούνται οι πρωτεργάτες της ανασκαφής του Καστά.
Η πρώην Γενική Γραμματέας του Υπ.Πο δεν πέρασε απαρατήρητη από τους Αμφιπολίτες αφού κατά τη διάρκεια των ανασκαφών αποτελούσε τη «ραχοκοκαλιά» στην αποκάλυψη του μεγαλύτερου Μακεδονικού μνημείου.
Με εμπειρία σχεδιασμού 376 αρχαιολογικών εργοταξίων σε ολόκληρο τον Ελλαδικό χώρο κατάφερε σε διάστημα 100 ημερών και μέσα σ ένα σωστά οργανωμένο πλαίσιο να φέρει στο φως ένα μνημείο που υπό άλλες συνθήκες θα χρειάζονταν το λιγότερο 15 χρόνια.
Με τους δημοσιογράφους η Λίνα Μενδώνη ήταν πάντα φειδωλή στις δηλώσεις της και δε συμμερίζονταν τα σενάρια που κυκλοφορούσαν για την απόδοση του μνημείου στο Μέγα Αλέξανδρο, ωστόσο από την πρώτη στιγμή υποστήριζε τη Μακεδονική ταυτότητα της ανασκαφής και επιζητούσε την επιστημονική τεκμηρίωση σ ένα από τα σενάρια που προτάθηκε προς επεξεργασία στο Υπουργείο Πολιτισμού, όπου σύμφωνα με αυτό, στο τύμβο Καστά ενδέχεται να βρίσκονται τα οστά της Ολυμπιάδας των δυο γιων του Κάσσανδρου και η τέφρα του Ηφαιστίωνα.
Η τότε Γενική Γραμματέας προκειμένου να διασαφηνίσει κάθε στοιχείο που θα μπορούσε να δώσει επιπλέον στοιχεία στην επιστημονική κοινότητα, προχώρησε στη σύναψη σύμβασης με δυο πανεπιστήμια για την ανάλυση των οστών της Αμφίπολης εξασφαλίζοντας μάλιστα και το ανάλογο χρηματικό ποσό από το ΥΠ.ΠΟ. Η σύμβαση αυτή όμως ποτέ δεν ενεργοποιήθηκε και έληξε τον Ιούνιο του 2017 «πεταμένη» σε κάποιο συρτάρι, έτσι ουδέποτε πληροφορήθηκε ο ελληνικός λαός για την ταυτότητα των νεκρών.
Παράλληλα όμως από τις αρχές του 2015 είχε ξεσπάσει και μια πολιτική πλεκτάνη με τη συμμετοχή επιστημόνων που απέδιδαν μια ρωμαικότητας στη δημιουργία του μνημείου με στόχο την σταδιακή υποβάθμιση του, και την εμπλοκή στη συνέχιση των ανασκαφών, κάτι που τελικά επιτεύχθη.
Χρειάσθηκε όμως να περάσουν τρία «σκοτεινά χρόνια» από την αποκάλυψη του μνημείου για να γίνουν πλέον αντιληπτοί από όλους οι λόγοι που η ανασκαφή βρέθηκε σε πλήρη απαξίωση. Η συμφωνία της κυβέρνησης με τα Σκόπια αναφορικά με το όνομα δεν αποτελούσε προϊόν λίγων μηνών, αλλά στοχευμένος σχεδιασμός μετά την ανάληψη της εξουσίας. Κάθε συνέχιση προβολής του μνημείου θα αποτελούσε εμπόδιο και οποιαδήποτε ανάδειξη του θα θεωρούνταν ως αλυτρωτική ενέργεια προς τους γείτονες μας. ‘Ετσι η επιλογή του «αφανισμού» εξυπηρετούσε όχι μόνο το στόχο της κυβέρνησης αλλά ταυτόχρονα «έδενε» και με την ιδεολογία του ΣΥΡΙΖΑ.
Παρόλο που το υπουργείο Πολιτισμού γνώριζε ότι ο τύμβος Καστά κρύβει στα σπλάχνα του άλλα τρία ταφικά μνημεία ωστόσο προχώρησε στην εφαρμογή συγκεκριμένων εντολών εξαπατώντας με απατηλές υποσχέσεις όσους πολίτες αισθάνονται υπερήφανοι για την αρχαία κληρονομιά της Ελλάδας.
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ...